Κάθε φορά που βήχετε, φταρνίζεστε, έχετε δέκατα ή πυρετό και πονούν οι αρθρώσεις σας, συνήθως αναρωτιέστε αν έχετε συμπτώματα μιας απλής ίωσης του αναπνευστικού («κοινό κρυολόγημα») ή κάποιας μορφής γρίπη. Τις τελευταίες ημέρες, η συνηθισμένη ανησυχία αν πρόκειται για την τυπική εποχική γρίπη ή για τη «γρίπη Η1Ν1» έγινε πιο σύνθετη και πολύπλοκη, με την εμφάνιση σε περιοχές της Κίνας κρουσμάτων από προσβολή από τον «νέο Κοροναϊό». Κι έτσι πολλαπλασιάζεται η αγωνία όχι τόσο για τις συνήθως ήπιες εκδηλώσεις αυτών των ιώσεων, αλλά για ενδεχόμενες επιπλοκές όπως η πνευμονία, που μπορεί να χρειαστεί ιατρική παρακολούθηση ή και εισαγωγή σε Νοσοκομείο.
ΚΟΙΝΟ ΚΡΥΟΛΟΓΗΜΑ – ΕΠΟΧΙΚΗ ΓΡΙΠΗ : Η κοινή γρίπη αρχίζει συνήθως με πονόλαιμο, ο οποίος υποχωρεί μετά από μία – δύο μέρες. Ακολουθούν τα ρινικά συμπτώματα («συνάχι», καταρροή φτερνίσματα, μπούκωμα), με βήχα κατά την τέταρτη με πέμπτη μέρα. Ο πυρετός είναι σπάνιος στους ενήλικες, όμως πάντα υπάρχει η πιθανότητα να εμφανιστεί χωρίς να είναι ιδιαίτερα υψηλός («δέκατα») και χωρίς να διαρκεί πολύ. Τα παιδιά έχουν πυρετό πιο συχνά από τους ενήλικες, αλλά σε κάθε περίπτωση αντιπυρετικά χορηγούνται μόνο σε θερμοκρασία υψηλότερη από 38οC.
Κατά την διάρκεια της εποχικής
έξαρσης της γρίπης κυκλοφορούν και άλλοι ιοί, που προσβάλλουν το αναπνευστικό
και προκαλούν παρόμοια συμπτώματα με αυτά της γρίπης. Σε αυτούς τους ιούς
περιλαμβάνονται οι ρινοϊοί, που είναι η κύρια αιτία του κοινού
κρυολογήματος, και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός που αποτελεί την πιο
συχνή αιτία σοβαρής νόσου του αναπνευστικού στα παιδιά και μία από τις κύριες
αιτίες βαριάς νόσησης ή και θανάτου σε ηλικιωμένα άτομα. Άλλοι ιοί που μπορούν
επίσης να προκαλέσουν κλινική εικόνα παρόμοια με εκείνη της γρίπης είναι οι
αδενοϊοί και οι ιοί της παραγρίπης. Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί ιοί προκαλούν τα
συμπτώματα του κρυολογήματος και της κοινής εποχικής ίωσης, που διαρκούν
περίπου μια εβδομάδα. Τα περισσότερα συμπτώματα της κοινής / εποχικής γρίπης
βελτιώνονται σταδιακά μέσα σε 2-5 ημέρες, χωρίς να αποκλείεται το
αίσθημα αδυναμίας και κακουχίας να διαρκεί για μια εβδομάδα ή περισσότερο.
Κύρια επιπλοκή της γρίπης είναι η πνευμονία, ιδιαίτερα σε παιδιά,
ηλικιωμένους ή σε ασθενείς με συνυπάρχοντα χρόνια νοσήματα (διαβήτης, χρόνιες
πνευμονοπάθειες, καρδιαγγειακά νοσήματα, ανοσοκατεσταλμένοι κ.ά.). Ενδεικτικά,
εκδηλώσεις πιθανής πνευμονίας είναι η δύσπνοια / δυσκολία στην αναπνοή, παροξυσμικός βήχας με
αυξημένη απόχρεμψη και πυρετός, ο οποίος μπορεί να επανέλθει αφού έχει
προηγουμένως πέσει για μια-δυο μέρες.
ΓΡΙΠΗ Η1Ν1 : Στην Ελλάδα, η περίοδος της
γρίπης διαδράμει από Οκτώβριο έως και Απρίλιο, με έξαρση της δραστηριότητας
μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Υγείας(1)
που δόθηκαν στη δημοσιότητα τον Οκτώβριο του 2019, η διαχρονική παρακολούθηση
του νοσήματος στην Ελλάδα δείχνει ότι η δραστηριότητα της εποχικής γρίπης
συνήθως αρχίζει να αυξάνεται κατά τον Ιανουάριο, ενώ κορυφώνεται κατά τους
μήνες Φεβρουάριο – Μάρτιο. Συγκεκριμένα κατά την περίοδο 2018-2019, στην
χώρα μας το επιδημικό κύμα της γρίπης ξεκίνησε την εβδομάδα 24-30 Δεκεμβρίου
2018, κορυφώθηκε την εβδομάδα 4-10 Φεβρουαρίου 2019, ενώ βαθμιαία μειούμενη η
δραστηριότητα της γρίπης συνεχίστηκε σε χαμηλά επίπεδα τις επόμενες εβδομάδες
μέχρι το τέλος της περιόδου επιτήρησης. Το στέλεχος της γρίπης που
επικράτησε στη χώρα μας κατά την περίοδο 2018-2019 ήταν ο ιός γρίπης τύπου Α σε
ποσοστό 98,7%. Όσον αφορά στους υπότυπους του ιού γρίπης τύπου Α, κυκλοφόρησε
κυρίως ο υπότυπος Α (H1N1) pdm09 σε ποσοστό άνω
του 70%, επικρατώντας έναντι του Α (H3N2).
Έτσι και φέτος, η έξαρση
συμπίπτει κατά τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου και τις πρώτες εβδομάδες του
Φεβρουαρίου 2020. Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας
Υγείας καταμέτρησε τα περιστατικά με γριποειδή συνδρομή στα ιατρεία τις
περιόδους 2018-2019 και 2019-2020, όπου φαίνεται μια πανομοιότυπη εικόνα ως
προς τη συχνότητα και την χρονική κατανομή(2).
Ο ιός της γρίπης μεταδίδεται
με τον ίδιο τρόπο που μεταδίδονται και όλες οι ιογενείς λοιμώξεις του
αναπνευστικού από άνθρωπο σε άνθρωπο, μέσω σταγονιδίων που εκπέμπει στο
περιβάλλον ο ασθενής με το βήχα ή το φτάρνισμα. Ο ιός μπορεί να μεταδοθεί και
έμμεσα – από μολυσμένα χέρια ή άλλα αντικείμενα με εκκρίσεις του ασθενούς, μέσω
χειραψίας ή επαφής των χεριών με το άψυχο περιβάλλον, δηλαδή με επιφάνειες,
πόμολα, πληκτρολόγια υπολογιστών, τηλέφωνα, διακόπτες κ.ά. και μπορεί να επιβιώσει
στις επιφάνειες αυτές από 2-8 ώρες. Επίσης μπορεί να μεταδοθεί μέσω της
επαφής των χεριών μας με τη μύτη, το στόμα ή τα μάτια. Παράγοντες όπως ο ψυχρός
καιρός και ο συγχρωτισμός (συγκέντρωση πολλών ατόμων σε κλειστούς χώρους)
αυξάνουν τη μετάδοση της γρίπης. Οι ενήλικες μπορεί να μεταδώσουν τη νόσο για
το χρονικό διάστημα από μία ημέρα πριν αρρωστήσουν έως 5-7 ημέρες από τη στιγμή
που θα εκδηλώσουν τα συμπτώματα. Τα παιδιά και οι ασθενείς με σοβαρή
ανοσοκαταστολή μπορεί να μεταδίδουν για περισσότερο από μία εβδομάδα.
Όπως ακριβώς και με τους
εποχικούς ιούς, ο ιός της γρίπης Η1Ν1
εισέρχεται στον οργανισμό μέσω του βλεννογόνου της μύτης, των οφθαλμών και του
στόματος. Κάθε φορά που αγγίζετε μια από αυτές τις περιοχές, είναι δυνατόν να
μολυνθείτε με κάποιο ιό, γεγονός το οποίο καθιστά επιτακτική την ανάγκη να απολυμαίνετε τα χέρια σας με συχνό
πλύσιμο. Τα συμπτώματα της γρίπης Η1Ν1 είναι
παρεμφερή, αλλά εμφανίζονται πιο απότομα και περιλαμβάνουν : αδιαθεσία, πονόλαιμο,
μπούκωμα / καταρροή στη μύτη, πυρετό, πονοκέφαλο, μυϊκούς πόνους, κακουχία και
βήχα – σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστεί και έμετος ή διάρροια. Ενώ
το κοινό κρυολόγημα και η εποχική γρίπη σπάνια προκαλούν πυρετό πάνω από 38,5oC,
οι ασθενείς με γρίπη Η1Ν1 είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν
υψηλό πυρετό από την αρχή και να αισθάνονται πολύ άσχημα.
Ο πίνακας που ακολουθεί (από
την ιστοσελίδα της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας(3))
επιχειρεί μια αδρή προσέγγιση των διαφοροποιήσεων ανάμεσα στην κοινή / εποχική
γρίπη και την Η1Ν1-γρίπη :
Συμπτώματα
|
Εποχική γρίπη
|
Γρίπη Η1Ν1
|
Πυρετός
|
Μερικές φορές,
συνήθως ήπιος |
Συνήθως ναι, υψηλός (38,5ο-39ο C
και σε ορισμένες περιπτώσεις υψηλότερος, κυρίως σε μικρά παιδιά), διαρκεί 3 με 4 μέρες |
Πονοκέφαλος
|
Σε ορισμένες περιπτώσεις
|
Σχεδόν πάντα
|
Γενικευμένα άλγη (πόνοι)
|
Περιορισμένα
|
Συχνά και έντονα
|
Κούραση,
αδυναμία, κακουχία |
Μερικές φορές
|
Συνήθως ναι,
μπορεί να διαρκέσει 2-3 εβδομάδες |
Μεγάλη
εξάντληση |
Ποτέ
|
Συνήθως ναι, στο ξεκίνημα της ίωσης
|
Μπουκωμένη μύτη
|
Σχεδόν πάντα
|
Μερικές φορές
|
Φτέρνισμα
|
Συνήθως
|
Μερικές φορές
|
Πονόλαιμος
|
Σχεδόν πάντα
|
Μερικές φορές
|
Δυσφορία στο στήθος
|
Ήπια έως μέτρια,
μαζί με ξηρό βήχα |
Σχεδόν πάντα, μπορεί να γίνει σοβαρή.
Δυνατός βήχας.
|
Επιπλοκές
|
Λοίμωξη ιγμορίων,
λοίμωξη του μέσου ωτός
|
Ιγμορίτιδα, βρογχίτιδα, ωτίτιδα. Πνευμονία
(μπορεί να γίνει επικίνδυνη για τη ζωή) |
Πρόληψη
|
Πλένετε τα χέρια σας συχνά,
αποφύγετε τη στενή επαφή με οποιονδήποτε παρουσιάζει εικόνα «κρυολογήματος» |
Πλένετε τα χέρια σας συχνά. Αποφύγετε
τη στενή
επαφή με οποιονδήποτε έχει συμπτώματα γρίπης. Για την εποχική γρίπη, κάντε το ετήσιο αντιγριπικό εμβόλιο. Ρωτήστε το γιατρό σας για αντι-ϊικά φάρμακα. |
Θεραπεία
|
Αντι-ϊσταμινικά,
Αποσυμφορητικά,
αντι-φλεγμονώδη φάρμακα. |
Αντι-ϊσταμινικά, αποσυμφορητικά, αναλγητικά.
Ρωτήστε το γιατρό σας για αντι-ϊικά φάρμακα.
|
Εάν εμφανίσετε εκδηλώσεις γρίπης,
συνιστάται να ενημερώσετε τον γιατρό σας, ιδιαίτερα σε περίπτωση που έχετε ένα ή
περισσότερα από τα ακόλουθα πιο σοβαρά συμπτώματα : (α) Πυρετό που επιμένει
και μπορεί να είναι σημάδι μιας άλλης βακτηριακής (μικροβιακής) λοίμωξης, η
οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί κατάλληλα. (β) Πόνο κατά την κατάποση :
παρότι ο πονόλαιμος από οποιαδήποτε γρίπη μπορεί να προκαλεί ήπια δυσφορία,
έντονος πόνος μπορεί να σημαίνει στρεπτοκοκκική λοίμωξη, που απαιτεί
θεραπευτική αγωγή από ιατρό. (γ) Βήχα που επιμένει : όταν ο βήχας
δεν σταματά μετά από δύο με τρεις εβδομάδες, μπορεί να είναι βρογχίτιδα, η
οποία δεν χρειάζεται πάντα αντιβιοτικά.
Ο βήχας που επιμένει μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα οπισθορινικής
καταρροής ή ιγμορίτιδας. Επίσης, το άσθμα είναι μια ακόμα αιτία επίμονου βήχα. (δ)
«Μπούκωμα» και πονοκέφαλο που επιμένει : η ρινική συμφόρηση είναι δυνατόν να οδηγήσει σε λοίμωξη
των παραρίνιων κόλπων, η οποία εκδηλώνεται με πόνο γύρω από τα μάτια και το
πρόσωπο και με παχύρρευστες ρινικές εκκρίσεις για ημέρες έως και μία εβδομάδα.
Σε τεκμηριωμένη παραρινοκολπίτιδα / ιγμορίτιδα, ίσως να υπάρχει μικροβιακή λοίμωξη
και να απαιτείται αντιμετώπιση με αντιβιοτικά.
Σε ορισμένες περιπτώσεις,
μπορεί να χρειαστείτε αμέσως επείγουσα ιατρική φροντίδα. Στους ενηλίκους επικίνδυνα
συμπτώματα είναι : έντονος πόνος στο στήθος, έντονος πονοκέφαλος, δύσπνοια, ζάλη,
σύγχυση, επίμονος έμετος κ.ά. Στα παιδιά επικίνδυνα συμπτώματα είναι : δυσκολία
στην αναπνοή ή γρήγορη αναπνοή, «μελάνιασμα» στο δέρμα, ελαττωμένη πρόσληψη
υγρών, υπνηλία και δυσκολία στη συνεργασία ή μη φυσιολογικές αντιδράσεις, υπερβολική
ευερεθιστότητα ή εξάντληση, συμπτώματα που ενώ βελτιώνονταν ξαφνικά
χειροτέρευσαν, πυρετός με εξάνθημα κ.ά.
Υπάρχουν ορισμένες κατηγορίες
ατόμων, με υποκείμενα νοσήματα ή καταστάσεις, που ονομάζονται «ομάδες υψηλού
κινδύνου», γιατί όταν νοσήσουν από γρίπη ενδέχεται να εμφανίσουν σοβαρές
επιπλοκές. Στις κατηγορίες αυτές ανήκουν :
- παιδιά ηλικίας κάτω των 2 ετών, άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών
- γυναίκες σε κατάσταση εγκυμοσύνης
- ασθενείς με καρδιαγγειακά νοσήματα, με χρόνια νοσήματα του αναπνευστικού (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια, Άσθμα), με χρόνια νοσήματα μεταβολισμού όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης, με χρόνια νοσήματα του ήπατος και των νεφρών, ανοσοκατεσταλμένοι ή με νοσήματα που επηρεάζουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού (χρόνια χρήση συστηματικών κορτικοειδών και νεοπλάσματα), με νευρολογικά και νευρομυϊκά νοσήματα, με νοσογόνο παχυσαρκία, με δρεπανοκυτταρική και μικροδρεπανοκυτταρική αναιμία κ.ά.
Μια ξεχωριστή κατηγορία ατόμων
υψηλού κινδύνου αποτελούν οι επαγγελματίες υγείας, αλλά και όλοι όσοι
εργάζονται σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΓΡΙΠΗΣ :
Συνήθως, η
διάγνωση του κοινού κρυολογήματος και της εποχικής γρίπης τίθεται με βάση τα
συμπτώματα.
Πάντως είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε
τη γρίπη από άλλες ιώσεις του αναπνευστικού, και μόνο με ειδικές εργαστηριακές
εξετάσεις μπορεί να γίνει ακριβής διάγνωση. Οι εξετάσεις αυτές είναι η αφ’ ενός
η απομόνωση, η καλλιέργεια του ιού στις ρινοφαρυγγικές εκκρίσεις (με λήψη
δείγματος από το εσωτερικό της μύτης ή από το βάθος της στοματικής κοιλότητας)
και αφ’ ετέρου ο έλεγχος για αντισώματα κατά του ιού στο αίμα. Στις
περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι απαραίτητο να γίνονται τέτοιες εξετάσεις,
καθώς τα αποτελέσματά τους δεν πρόκειται να επηρεάσουν τον τρόπο αντιμετώπισης
του ασθενούς.
Ο ιός της γρίπης ανιχνεύεται
άμεσα και αξιόπιστα με μεθόδους (α) ταχείας δοκιμασίας και (β) μοριακής
βιολογίας – PCR πραγματικού χρόνου, σε ρινικά ή φαρυγγικά επιχρίσματα που συλλέγεται
με ειδικό στυλεό. Εάν είναι αρνητική η ταχεία δοκιμασία και υφίσταται έντονη
κλινική υποψία, τότε αποστέλλεται ρινικό
ή φαρυγγικό επίχρισμα για ανίχνευση του ιού με την εξέταση PCR που δίνει
αποτελέσματα σε περίπου 24 ώρες.
ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΤΗΣ
ΓΡΙΠΗΣ : Το πιο σημαντικό μέτρο πρόληψης για
την εποχική και τη νέα γρίπη (H1N1) είναι το συχνό πλύσιμο
των χεριών. Πλύσιμο χεριών και τρίψιμο με σαπούνι και ζεστό νερό για τουλάχιστον
20 δευτερόλεπτα βοηθά να καθαρίσουμε τα μικρόβια από το δέρμα.
Είναι σημαντικό ότι μπορούμε
να προστατεύσουμε και τους άλλους στην περίπτωση που νοσήσουμε από ιό της
γρίπης. Αν νοσήσουμε από γρίπη, πρέπει να παραμείνουμε σπίτι και να
αποφύγουμε τους κλειστούς χώρους και τη στενή επαφή με άλλους, κυρίως με παιδιά
και άτομα υψηλού κινδύνου, για χρονικό διάστημα 7 ημερών ή δύο ακόμα ημέρες
μετά το τέλος εμφάνισης των συμπτωμάτων.
Αν αντιληφθούμε συμπτώματα
γρίπης και αισθανθούμε έντονη αδιαθεσία που συνοδεύεται από υψηλό πυρετό,
μυαλγίες ή / και βήχα, είναι σκόπιμο να παραμείνουμε στο σπίτι και να αναζητήσουμε
γιατρό για συμβουλές. Δεν πρέπει να παίρνουμε από μόνοι μας ή από το
φαρμακείο κανένα αντιβιοτικό, αφού τα αντιβιοτικά δεν είναι δραστικά στους ιούς,
ενώ συγχρόνως η άσκοπη λήψη αντιβιοτικών θα προκαλέσεις μειωμένη
αποτελεσματικότητα (αντοχή) αν τα χρειαστούμε για τις επιπλοκές τις γρίπης,
όπως π.χ. η πνευμονία.
Η τήρηση βασικών κανόνων
υγιεινής είναι ένας αρκετά αποτελεσματικός τρόπος για να προστατεύσουμε τον
εαυτό μας και τους γύρω μας, από την γρίπη. Για το λόγο αυτό:
- Αποφύγετε στενή επαφή με άλλα άτομα
- Αποφύγετε να έρχεστε σε επαφή με άτομα που είναι άρρωστα
- Κρατήστε απόσταση από τους άλλους όταν είστε εσείς άρρωστοι για να τους προφυλάξετε και να μην αρρωστήσουν
- Μείνετε στο σπίτι σας όταν είστε άρρωστοι. Όταν είστε άρρωστοι αποφύγετε, εφόσον βέβαια αυτό είναι δυνατόν, να πηγαίνετε στη δουλειά σας, στο σχολείο, σε συναθροίσεις οικογενειακές ή κοινωνικές, σε πολυσύχναστα μέρη και να κυκλοφορείτε με μέσα μαζικής μεταφοράς. Με αυτό τον τρόπο θα βοηθήσετε να μην αρρωστήσουν και άλλοι άνθρωποι.
- Καλύψτε με χαρτομάντιλο το στόμα και τη μύτη σας όταν βήχετε ή φταρνίζεστε. Με αυτό τον τρόπο προστατεύετε αυτούς που είναι γύρω σας και μειώνεται σημαντικά η πιθανότητα να αρρωστήσουν και αυτοί.
- Πλένετε συχνά τα χέρια σας. Το συχνό πλύσιμο των χεριών μειώνει σημαντικά την διασπορά των ιών. Με αυτό τον τρόπο προστατεύετε τον εαυτό σας και τους γύρω σας.
- Αποφύγετε να πιάνετε τα μάτια σας, τη μύτη σας ή το στόμα σας. Οι ιοί της γρίπης συχνά μεταδίδονται όταν κάποιος αγγίζει αντικείμενα και επιφάνειες που έχουν μολυνθεί και στη συνέχεια πιάνει τα μάτια του, τη μύτη ή το στόμα του.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΓΡΙΠΗ : Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες
ιώσεις, έτσι και η γρίπη συνήθως «θα κάνει τον κύκλο της» και όπως
έλεγαν οι παλιοί «η θεραπεία είναι φαγητό και ύπνος». Χρειάζεται λοιπόν, κατ’
αρχήν ξεκούραση και αποφυγή σωματικής κόπωσης και ταλαιπωρίας για να
δοθεί στον ασθενή οργανισμό η δυνατότητα να αντιπαρέλθει τη γρίπη
κινητοποιώντας την άμυνά του. Ακόμα, καλύτερη ενυδάτωση με πολλά υγρά θα
βοηθήσει, ιδιαίτερα για τη διευκόλυνση της απόχρεμψης, και φυσικά σε συνδυασμό
με περιορισμό, αποφυγή ή καλύτερα διακοπή του καπνίσματος. Ενίσχυση του ασθενούς με καλή διατροφή,
βιταμίνες του μανάβη και όχι του φαρμακείου και άλλα αντίστοιχα μέτρα έχουν
φυσικά θέση, όπως και η αποφυγή εναλλαγής θερμοκρασίας «από ζέστη σε
κρύο και το ανάποδο».
Συνιστάται επίσης η λήψη αντιπυρετικών
για την αντιμετώπιση του πυρετού που ξεπερνά τους 38οC, καθώς
και κοινών παυσίπονων / αναλγητικών για την αντιμετώπιση του πόνου των μυών και
των αρθρώσεων. Καλό είναι σε κάθε περίπτωση να αποφεύγεται η χορήγηση ασπιρίνης.
Τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία θέση στην θεραπεία της γρίπης, διότι
τα αντιβιοτικά δεν καταπολεμούν τους ιούς. Η θεωρία της προληπτικής
χορήγησης αντιβιοτικών στις ιώσεις, με το σκεπτικό να μην επιπλακούν με
μικροβιακές λοιμώξεις, είναι το ίδιο αβάσιμη και ενδεχόμενα επιβλαβής.
Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες
αντι-ϊικών φαρμάκων : (α) οι αναστολείς της νευραμινιδάσης (μιας βασικής
πρωτεΐνης του ιού της γρίπης), κυρίως η Ζαναμιβίρη και η Οσελταμιβίρη, που
είναι δραστικοί έναντι και των δύο τύπων ιού γρίπης Α και Β. (β) Τα παλαιότερα
φάρμακα, Αμανταδίνη και Ριμανταδίνη, που είναι όμως δραστικά έναντι μόνο
του ιού της γρίπης τύπου Α. Πολλά στελέχη ιού γρίπης, περιλαμβανομένου του ιού
γρίπης Α (Η1Ν1) pdm 09, έχουν αναπτύξει αντοχή σε
αυτά τα δύο φάρμακα και για αυτό το λόγο, η Αμανταδίνη και η Ριμανταδίνη δε
χρησιμοποιούνται πλέον (εκτός αυστηρά επιλεγμένων περιπτώσεων) ούτε για την
προφύλαξη, ούτε για τη θεραπεία της γρίπης.
Ο ιός της γρίπης Η1Ν1
είναι ευαίσθητος στα αντι-ϊικά φάρμακα Οσελταμιβίρη (Tamiflu®(4))
και Zαναμιβίρη
(Relenza®(5)).
Τα φάρμακα αυτά είναι περισσότερο αποτελεσματικά εάν ληφθούν τις πρώτες 48
ώρες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων. Τα φάρμακα χορηγούνται με συνταγή
ιατρού σε περιπτώσεις που τα συμπτώματα είναι ιδιαίτερα βαριά ή το άτομο ανήκει
σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Τονίζεται ότι δεν χορηγούνται φάρμακα στις περισσότερες
περιπτώσεις της γρίπης Η1Ν1
και επισημαίνεται ότι δεν απαιτείται εργαστηριακή διάγνωση γρίπης για την χορήγηση
αντι-ϊικής θεραπείας.
Τόσο η Ζαναμιβίρη, όσο και η Οσελταμιβίρη
μπορεί να ελαττώσουν τη διάρκεια της ανεπίπλεκτης γρίπης κατά περίπου μία
ημέρα, εάν χορηγηθούν εγκαίρως, δηλαδή μέσα στις δύο πρώτες ημέρες από την
έναρξη των συμπτωμάτων. Μπορούν επίσης να προλάβουν σοβαρές επιπλοκές της
γρίπης, όπως την πνευμονία. Για ασθενείς υψηλού κινδύνου, η θεραπεία με αντι-ϊικά
μπορεί να αποτρέψει βαρύτερη νόσηση και ενδεχόμενη ανάγκη για νοσηλεία. Οι
περισσότεροι πάντως ασθενείς με ήπια συμπτώματα βελτιώνονται μέσα σε 3-4 ημέρες
και δεν χρειάζεται να πάρουν αντι-ϊικά φάρμακα. Χορήγηση αντι-ϊικών
επιφυλάσσεται συνήθως σε ασθενείς που ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου ή που
παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα.
TAMIFLU® – Χορηγείται σε μορφή δισκίων
30/45/75mg
από το στόμα στις
ακόλουθες ενδείξεις « (α) Θεραπεία της γρίπης : Σε ασθενείς ηλικίας ενός
έτους και μεγαλύτερους που εμφανίζουν τυπικά συμπτώματα γρίπης, όταν ο ιός της
γρίπης κυκλοφορεί στην κοινότητα. Έχει αποδειχθεί αποτελεσματικότητα όταν η
θεραπεία ξεκινάει μέσα σε δύο μέρες από την πρώτη εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Αυτή η ένδειξη βασίζεται σε κλινικές μελέτες φυσιολογικά εμφανιζόμενης
γρίπης στις οποίες η επικρατούσα λοίμωξη ήταν γρίπη τύπου Α. Το Tamiflu
ενδείκνυται για τη θεραπεία παιδιών ηλικίας 6 έως 12 μηνών κατά τη διάρκεια
μιας
πανδημίας γρίπης. (β) Πρόληψη
της γρίπης : Πρόληψη κατόπιν έκθεσης με επαφή με κλινικά διαγνωσθέν
περιστατικό γρίπης σε άτομα ηλικίας ενός έτους ή μεγαλύτερα όταν ο ιός της
γρίπης κυκλοφορεί στην κοινότητα»(4). «Η κατάλληλη χρήση του Tamiflu
για την πρόληψη της γρίπης θα πρέπει να προσδιορίζεται κατά περίπτωση από τις
συνθήκες και τον πληθυσμό ο οποίος χρήζει προφύλαξης. Σε εξαιρετικές
περιστάσεις (π.χ. στην περίπτωση που δεν ταυτίζονται τα στελέχη της κυκλοφορούσας
γρίπης με αυτά του εμβολίου, και στην περίπτωση πανδημίας), θα μπορούσε να
ληφθεί υπόψη εποχιακή προφύλαξη σε άτομα ηλικίας ενός έτους ή μεγαλύτερα. Το
Tamiflu δεν είναι ένα υποκατάστατο του εμβολιασμού κατά της γρίπης». «Η
θεραπεία θα πρέπει να ξεκινά το συντομότερο δυνατόν μέσα σε δύο ημέρες από την έκθεση
σε ένα μολυσμένο άτομο (όταν χορηγείται για πρόληψη) ή το συντομότερο δυνατόν
μέσα στις πρώτες δύο ημέρες από την πρώτη εμφάνιση των συμπτωμάτων της γρίπης
(όταν χορηγείται ως θεραπεία».
«Το oseltamivir είναι αποτελεσματικό
μόνο ενάντια στη νόσο που προκαλείται από τους ιούς της γρίπης. Δεν υπάρχει
απόδειξη αποτελεσματικότητας του oseltamivir σε οποιαδήποτε νόσο που προκαλείται
από άλλους παράγοντες εκτός από τους ιούς της γρίπης». Είναι σημαντικό ότι «η
αποτελεσματικότητα του oseltamivir (Tamiflu®) στη θεραπεία ατόμων με χρόνια
καρδιακή νόσο και / ή αναπνευστική νόσο δεν έχει τεκμηριωθεί(4)». «Σε Μελέτες του Tamiflu για
τη Θεραπεία και Πρόληψη της Γρίπης σε Ενήλικες και Εφήβους ή από την Μετεγκριτική
Παρακολούθηση, παρατηρήθηκαν ως ανεπιθύμητες ενέργειες βρογχίτιδα σε ποσοστό 4%
(συχνά), ναυτία 11% (πολύ συχνά), έμετος 8% (συχνά), διάρροιες 6% (συχνά) και ζάλη
2% (συχνά)». Σε παιδιά, παρατηρήθηκαν «μέση ωτίτιδα σε ποσοστό 11%, άσθμα 4%, έμετοι
15%, διάρροιες 10% κ.ά.». Επίσης, ανάμεσα σε άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες, «υπήρξαν
μετεγκριτικές αναφορές σπασμών και παραληρήματος (συμπεριλαμβανομένων
συμπτωμάτων όπως αλλοιωμένο επίπεδο συνείδησης, σύγχυση, μη φυσιολογική
συμπεριφορά, παραληρήματα, ψευδαισθήσεις, διέγερση, άγχος, εφιάλτες), που σε
πολύ λίγα περιστατικά είχαν σαν αποτέλεσμα τυχαίο τραυματισμό ή μοιραία έκβαση(4)».
RELENZA® – Χορηγείται σε μορφή «σκόνης
για εισπνοή που παρέχεται με ειδική συσκευή Diskhaler(5)». «Το
Relenza ενδείκνυται για την αντιμετώπιση της γρίπης τύπου Α και Β σε
ενήλικες και παιδιά ηλικίας ≥ 5 ετών,
που εμφανίζουν τυπικά συμπτώματα, εφόσον υπάρχει επιδημία γρίπης
στην
κοινότητα».
Διευκρινίζεται ότι «άλλα εισπνεόμενα φάρμακα, όπως αντιασθματικά ή
βρογχοδιασταλτικά πρέπει να χορηγούνται πριν από το Relenza». «Η θεραπεία θα
πρέπει να αρχίζει το ταχύτερο δυνατόν εντός 48 ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων
για τους ενήλικες και εντός 36 ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων για τα παιδιά.
Το Relenza προορίζεται για χορήγηση στο αναπνευστικό σύστημα, αποκλειστικά μέσω
εισπνοής από το στόμα, με χρήση της συσκευής Diskhaler».
Είναι σημαντικό ότι «λόγω του
περιορισμένου αριθμού ασθενών με βαρύ άσθμα ή άλλη χρόνια αναπνευστική νόσο,
ασθενών με ασταθή χρόνια νόσο ή ανοσοκατασταλμένων ασθενών που έχουν ήδη
υποβληθεί σε αγωγή, δεν ήταν δυνατόν να καταδειχθεί η αποτελεσματικότητα και
η ασφάλεια του Relenza σε αυτές τις ομάδες. Λόγω περιορισμένων και μη
οριστικών στοιχείων, η αποτελεσματικότητα του Relenza στη πρόληψη της γρίπης σε
νοσηλευτήρια δεν έχει αποδειχθεί. H αποτελεσματικότητα της ζαναμιβίρης στην
αντιμετώπιση ηλικιωμένων ασθενών ≥ 65 ετών
επίσης δεν έχει
τεκμηριωθεί. Υπάρχουν πολύ σπάνιες αναφορές ασθενών στους οποίους
χορηγήθηκε Relenza, οι οποίοι εμφάνισαν βρογχόσπασμο και/ή μείωση της
αναπνευστικής λειτουργίας που είναι δυνατόν να ήταν οξείας και/ή σοβαρής μορφής.
Μερικοί από αυτούς τους ασθενείς δεν είχαν ιστορικό πάθησης του
αναπνευστικού. Όσοι ασθενείς εμφανίσουν τέτοιου είδους αντιδράσεις θα
πρέπει να διακόψουν τη λήψη Relenza και να απευθυνθούν αμέσως στο γιατρό τους».
Επακόλουθα, «λόγω της περιορισμένης εμπειρίας σε ασθενείς με σοβαρό άσθμα
χρειάζεται προσεκτική θεώρηση της σχέσης κινδύνου και αναμενόμενου οφέλους και
το Relenza δεν πρέπει να χορηγείται αν δεν υπάρχει στενή ιατρική παρακολούθηση
και δυνατότητα κατάλληλης ιατρικής υποστήριξης σε περίπτωση βρογχόσπασμου. Σε
ασθενείς με επίμονο άσθμα ή σοβαρή ΧΑΠ η αντιμετώπιση της υποκείμενης πάθησης πρέπει
να βελτιστοποιείται κατά τη διάρκεια θεραπείας με Relenza. Εάν η Ζαναμιβίρη
πρόκειται να χορηγηθεί σε ασθενή με άσθμα ή χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια,
ο ασθενής θα πρέπει να ενημερώνεται για τον δυνητικό κίνδυνο βρογχόσπασμου με
τo Relenza και να έχει διαθέσιμο ένα βρογχοδιασταλτικό άμεσης δράσης(5)».
ΑΝΤΙΓΡΙΠΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ : Ο αποτελεσματικότερος τρόπος πρόληψης για τη
γρίπη είναι ο εμβολιασμός με το αντιγριπικό εμβόλιο, το οποίο, όταν χορηγηθεί
σωστά και έγκαιρα, προφυλάσσει από τη μετάδοση του ιού της γρίπης, συμβάλλει
στην προστασία από τις σοβαρές επιπλοκές της γρίπης, καθώς και στη μείωση
απουσιών από την εργασία, το σχολείο και κάθε άλλη κοινωνική εκδήλωση(1).
Όπως κάθε χρόνο, και επειδή ο ιός της γρίπης μεταλλάσσεται σε διαφορετικούς υπο-ορότυπους,
έτσι και για την περίοδο 2019-2020 η σύνθεση του αντιγριπικού εμβολίου περιέχει
τα εγκεκριμένα στελέχη του ιού, σύμφωνα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού
Υγείας. Επισημαίνεται ότι, μέσω των συστημάτων φαρμακο-επαγρύπνησης που
λειτουργούν διεθνώς, δεν έχουν καταγραφεί σοβαρές συστηματικές παρενέργειες
του αντιγριπικού εμβολίου.
Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα
Εμβολιασμών της χώρας μας, ο αντιγριπικός εμβολιασμός πρέπει να εφαρμόζεται
συστηματικά σε άτομα (ενήλικες και παιδιά) που ανήκουν στις παρακάτω ομάδες
αυξημένου κινδύνου:
1. Εργαζόμενοι σε χώρους παροχής
υπηρεσιών υγείας (ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και λοιποί εργαζόμενοι)
2. Άτομα ηλικίας 60 ετών και
άνω
3. Παιδιά (6 μηνών και άνω) και
ενήλικες με έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω επιβαρυντικούς παράγοντες
ή χρόνια νοσήματα :
- Άσθμα ή άλλες χρόνιες πνευμονοπάθειες
- Καρδιακή νόσο με σοβαρή αιμοδυναμική διαταραχή
- Ανοσοκαταστολή (κληρονομική ή επίκτητη)
- Μεταμόσχευση οργάνων
- Δρεπανοκυτταρική αναιμία (και άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες)
- Σακχαρώδη διαβήτη ή άλλο χρόνιο μεταβολικό νόσημα
- Χρόνια νεφροπάθεια
- Νευρολογικά -νευρομυϊκά νοσήματα
4. Έγκυες γυναίκες ανεξαρτήτως ηλικίας
κύησης, λεχωΐδες και θηλάζουσες
5. Άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία
(Δείκτη Μάζας Σώματος > 40 Kg/m2 ) και
παιδιά με Δείκτη Μάζας Σώματος > 95η ΕΘ
6. Παιδιά που παίρνουν ασπιρίνη
μακροχρόνια (π.χ. για νόσο Kawasaki, ρευματοειδή αρθρίτιδα και άλλα) για τον
πιθανό κίνδυνο εμφάνισης συνδρόμου Reye μετά από γρίπη
7. Άτομα που βρίσκονται σε στενή
επαφή με παιδιά μικρότερα των 6 μηνών ή φροντίζουν άτομα με υποκείμενο νόσημα
που αυξάνει τον κίνδυνο επιπλοκών της γρίπης
8. Οι κλειστοί πληθυσμοί,
όπως προσωπικό και εσωτερικοί σπουδαστές (σχολείων, στρατιωτικών και
αστυνομικών σχολών, ειδικών σχολείων και τρόφιμοι και προσωπικό ιδρυμάτων
κ.ά.).
9. Κτηνίατροι, πτηνοτρόφοι,
χοιροτρόφοι, εκτροφείς, σφαγείς και γενικά άτομα που έρχονται σε συστηματική
επαφή με πτηνά ή χοίρους
Το αντιγριπικό εμβόλιο πρέπει
να χορηγείται έγκαιρα και πριν την έναρξη της συνήθους περιόδου εμφάνισης της
έξαρσης των κρουσμάτων γρίπης, δεδομένου ότι απαιτούνται περίπου 2 εβδομάδες
για την επίτευξη ανοσολογικής απάντησης. Κατά προτίμηση ο εμβολιασμός θα
πρέπει να ολοκληρώνεται τουλάχιστον 4-6 εβδομάδες προς της ενάρξεως του ετήσιου
επιδημικού κύματος της γρίπης στην Ελλάδα (δηλαδή στα μέσα-τέλος Νοεμβρίου). Επιπρόσθετα ο εμβολιασμός
συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της εποχικής γρίπης για άτομα για τα οποία
ενδείκνυται ο εμβολιασμός και δεν πρόλαβαν να εμβολιαστούν εγκαίρως. Ο
αντιγριπικός εμβολιασμός γενικά περιλαμβάνει 1 μόνο δόση του εμβολίου ετησίως.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
(1) «Οδηγίες για την Εποχική Γρίπη
2019-2020 – Αντιγριπικός Εμβολιασμός», Υπουργείο Υγείας (04/10/2019). Πηγή : https://www.moh.gov.gr/articles/health/dieythynsh-dhmosias-ygieinhs/metadotika-kai-mh-metadotika-noshmata/c388-egkyklioi/6474-odhgies-gia-thn-epoxikh-griph-2019-2020-ndash-antigripikos-emboliasmos
(2) Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας
Υγείας, 2020 www.eody.gov.gr
(3) Τροποποίηση από «Πρακτική
πληροφόρηση και συμβουλές από ΕΕΑΚΑ σχετικά με την γρίπη Η1Ν1».
Πηγή : https://www.allergy.org.gr/%CF%80%CF%81%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CF%80%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%BF%CF%86%CF%8C%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%83%CF%85%CE%BC%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%AD%CF%82-%CE%B1-2/ (ενημέρωση
26/01/2020)
(5) Περίληψη Χαρακτηριστικών
Προϊόντος Relenza® – http://www.eof.gr/assets/Relenza_GR_SPC.pdf
._
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου